O Dr. Thomas Gordon, ψυχολόγος, συγγραφέας του Parent Effectiveness Training (P.E.T.) και ιδρυτής του Gordon Training International of Solana Beach, στα αποσπάσματα από το βιβλίο του Discipline That Works: Promoting Self-discipline in Children, New York: Plume/Penguin, 1989, (pp. 106-7), προσπαθεί να μας αποδείξει με απλά λόγια ότι τα παιδιά μας δεν το έχουν βάλει σκοπό της ζωής τους να μας τυραννούν.
Η συμπεριφορά τους, λέει, δεν στοχεύει εμάς, στοχεύει στην ικανοποίηση κάποιας βασικής τους ανθρώπινης ανάγκης, το γεγονός ότι εμείς ενοχλούμαστε ή θεωρούμε την συμπεριφορά απαράδεκτη έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβανόμαστε τη συνέπεια αυτής της συμπεριφοράς, όχι με την πρόθεση του παιδιού μας.
«Οι περισσότεροι γονείς και δάσκαλοι πιστεύουν ότι τα παιδιά είτε συμπεριφέρονται καλά είτε παρεκτρέπονται. Αυτός ο χαρακτηρισμός της συμπεριφοράς σαν καλή ή κακή ξεκινάει συνήθως όταν τα παιδιά είναι αρκετά μικρά. Στο δικό μας εκπαιδευτικό πρόγραμμα (P.E.T. και T.E.T.) προσπαθούμε να βοηθήσουμε τους γονείς να καταλάβουν ότι τα παιδιά, πραγματικά, δεν παρεκτρέπονται.
Είναι αρκετά ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος όρος χρησιμοποιείται συνήθως για τα παιδιά και σπάνια για τους ενήλικες. Δεν ακούμε ποτέ κάποιον να λέει:
· Ο άντρας μου παρεκτράπηκε εχτές
· Κάποιος από τους καλεσμένους μας στο πάρτι παρεκτράπηκε εχτές το βράδυ.
· Νευρίασα τόσο πολύ που ο φίλος μου παρεκτράπηκε εχτές κατά της διάρκεια του φαγητού.
· Οι εργαζόμενοι μου έχουν αρχίσει να παρεκτρέπονται τελευταία.
Εμφανώς, τα παιδιά μόνο, μπορεί να συμπεριφέρονται άσχημα και κανένας άλλος.
Αυτή είναι μια έκφραση που χρησιμοποιείται κυρίως από τους γονείς και τους δασκάλους, συνδεδεμένη με κάποιο τρόπο, με το πώς αντιμετωπίζονταν παραδοσιακά τα παιδιά. Έχει χρησιμοποιηθεί επίσης σχεδόν σε όλα τα βιβλία που έχω διαβάσει και αφορούν τη διαπαιδαγώγηση, και έχω διαβάσει αρκετά.
Οι ενήλικοι θεωρούν ότι το παιδί παρεκτρέπεται όταν μια συγκεκριμένη συμπεριφορά κρίνεται αντίθετη ως προς αυτό που θα θεωρούσαν οι ίδιοι σωστό. Η ετυμηγορία άρα προέρχεται από την εκτίμηση ενός ενήλικα – μια ταμπέλα που τοποθετείται σε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, μια αρνητική κρίση για αυτό που κάνει το παιδί. Κακή συμπεριφορά είναι η πράξη που φέρει μία ανεπιθύμητη συνέπεια για τον ενήλικα. Το «άσχημο» της συμπεριφοράς, δηλαδή, βρίσκεται στο μυαλό του γονιού, όχι του παιδιού, το παιδί στην πραγματικότητα κάνει αυτό που επιλέγει ή χρειάζεται να κάνει, για να ικανοποιήσει κάποια ανάγκη του.
Όταν οι ενήλικοι, λοιπόν, καταφέρνουν και βλέπουν τα παιδιά ως ανθρώπους που συμπεριφέρονται με διάφορους τρόπους, ώστε να ικανοποιήσουν φυσιολογικές ανθρώπινες ανάγκες τους, έχουν πολύ λιγότερο την τάση να χαρακτηρίζουν την συμπεριφορά τους σαν καλή ή κακή.
Ακόμη κι αν δεχτούμε ως γεγονός ότι τα παιδιά δεν παρεκτρέπονται πραγματικά, δεν σημαίνει ότι οι γονείς τους θα νιώθουν πάντα δεκτικοί στην όποια συμπεριφορά τους. Ούτε και θα έπρεπε να το απαιτήσει κάποιος από αυτούς, γιατί τα παιδιά, πάντα θα κάνουν πράγματα που δεν θα αρέσουν στους ενήλικες ή που θα παρεμβαίνουν στο δικό τους «όνειρο ευτυχίας». Ακόμη και τότε, θα πρέπει να αντιλαμβάνονται ότι τα παιδιά δεν είναι «κακά», δεν προσπαθούν να τους επιτεθούν, προσπαθούν απλά να κάνουν κάτι για τον εαυτό τους.
Μόνο, λοιπόν, όταν οι ενήλικες, κάνουν αυτήν τη σημαντική αλλαγή – αλλάξουν το επίκεντρο του προβλήματος από το παιδί στον ενήλικα – τότε μόνο θα μπορέσουν να εκτιμήσουν την λογική των εναλλακτικών χωρίς τιμωρία, για να αντιμετωπίσουν τις συμπεριφορές που δεν αποδέχονται.»
Μετάφραση – Επιμέλεια: Γεωργία Γεωργιάδου
Σχολιάστε